Τον Οκτώβριο του 2000, ίδρυσα το "Κέντρο Ανάπτυξης Νοτιοανατολικής Ευρώπης" (KANE) με αντικείμενο την σύνταξη μελετών σχετικά με την απορρόφηση κονδυλίων από την Ευρωπαϊκή Ένωση από επιχειρήσεις, προκειμένου να υλοποιήσουν επιχειρηματικά τους σχέδια. Τότε ήταν που για πρώτη φορά αντιμετώπισα τη διαφθορά στον ιδιωτικό τομέα. Πολλοί επιχειρηματίες επικοινώνησαν μαζί μου, προσφέροντας μου ως αμοιβή ένα ποσοστό από τα χρήματα που θα έπαιρναν από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιπλέον μου έλεγαν ευθαρσώς ότι – εφόσον ελάμβαναν την έγκριση και τα χρήματα - δεν σκοπεύαν στην πραγματικότητα να ξεκινήσουν την επιχειρηματική δραστηριότητα που περιγραφόταν στην μελέτη.
Η διαφθορά στο συγκεκριμένο ζήτημα ...
βεβαίως εξαπλωνόταν και στον δημόσιο τομέα: αντιλήφθηκα ότι προκειμένου να εγκριθεί οποιαδήποτε πρόταση από το αρμόδιο τμήμα της αρμόδιας αρχής, θα έπρεπε να δώσει κανείς το «κατι τοις» είτε στο διευθυντή του γραφείου που διαχειρίζοταν τα κονδύλια της ΕΕ, είτε στους "επιθεωρητές" που υποτίθεται πως δουλειά τους ήταν να ελέγξουν αν πράγματι είχε υλοποιηθεί το χρηματοδοτούμενο επιχειρηματικό σχέδιο.
Οι εμπειρίες αυτές με έκαναν να συνειδητοποιήσω ότι το γραφείο μου δεν είχε προοπτικές, δεδομένου ότι δεν μπορούσα και δεν ήθελα να συνεισφέρω στην «δραστηριότητα» "επιχειρηματίων" και δημοσίων "υπαλλήλων", μοναδικό αποτέλεσμα της οποίας θα ήταν η καταστροφή της οικονομίας της χώρας μου. Το ερώτημα που προκύπτει είναι, φυσικά, γιατί εγώ δεν είχα καταγγείλει αυτά που είδα, ώστε να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι. Η απάντηση είναι απλή και εξοργιστική: επειδή δεν υπήρχε ένας καθαρός μηχανισμός για να γίνει κάτι τέτοιο. Όλοι ήταν «μέσα στο κόλπο». Όλοι οι εμπλεκόμενοι γέμιζαν τις τσέπες τους με αποτέλεσμα τα χρήματα που προορίζονταν για την ανάπτυξη της Ελληνικής οικονομίας, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την αύξηση της ροής του χρήματος, να γίνονται βίλες, πολυτελή αυτοκίνητα, ή/και να πηγαίνουν σε τραπεζικούς λογαριασμούς στην Ελβετία. Μετά το κλείσιμο του γραφείου μου και μετά την εργασία μου στο γραφείο Τύπου ένος πρώην Υπουργού Ανάπτυξης, συνειδητοποιήσα και πάλι ότι αυτή η "αναπτυξιακή" διαδικασία ήταν συνήθης πρακτική στην Ελλάδα τουλάχιστον για την περίοδο 2000-2007.
«Φυσικά» οι παραπάνω πρακτικές όχι μόνο δεν συμβάλλουν στην ανάπτυξη αλλά, αντίθετα, οδηγούν στην κατάρρευση οποιασδήποτε οικονομίας. Το βασικό ερώτημα είναι πόσο διαδεδομένες είναι αυτές οι πρακτικές και κατά πόσο αφορούν όλες τις ελεύθερες αγορές. Για τους αναγνώστες που σκέφτονται τώρα ότι "αυτό είναι ένα κλασσικά ελληνικό φαινόμενο", θα τους απογοητεύσω δηλώνοντας ότι δυστυχώς δεν είναι. Η διαφθορά μπορεί να είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στην Ελλάδα αλλά σίγουρα δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Σε ορισμένες κοινωνίες γίνεται απλώς από ένα μικρότερο ποσοστό ανθρώπων και για μεγαλύτερα χρηματικά ποσά. Η διαφθορά είναι όμως το αδύνατο σημείο κάθε ελεύθερης αγοράς.
Με διαφθορά δεν εννοώ μόνο δωροδοκία. Διαφθορά σημαίνει ότι κάτι γίνεται με έναν τρόπο που δεν έχει θεσμοθετηθεί να γίνεται.
Διαφθορά στο δημόσιο τομέα είναι να τεθούν ιδιωτικά συμφέροντα πάνω από το δημόσιο συμφέρον.
Διαφθορά στον ιδιωτικό τομέα είναι επίσης να τεθούν ιδιωτικά συμφέροντα πάνω από το δημόσιο συμφέρον.
Διαφθορά σε επίπεδο καταναλωτισμού είναι κάποιος να ζει και να καταναλώνει πέρα από τις δυνατότητες του…. να ζει με πίστωση… να αγοράζει πράγματα χωρίς να χρειάζεται χρήματα για αυτό, δεδομένου ότι υπάρχει το πλαστικό χρήμα… αλλά… αυτό δεν είναι κάτι στο οποίο βασίζονται οι δυτικές οικονομίες; Εννοώ τις πίστωσης. Όλοι μας δε βομβαρδιζόμαστε κάθε μέρα από εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες διαφημίσεις, οι οποίες μας παροτρύνουν να αγοράσουμε πράγματα που πραγματικά δε χρειαζόμαστε χωρίς να πρέπει να ανησυχούμε για το πώς θα πληρώσουμε για αυτά ; Δεν είμαστε εκπαιδευμένοι να πιστεύουμε ότι, προκειμένου να θεωρηθεί κάποιος «πολιτισμένος», θα πρέπει να έχει πολλά πράγματα; Δεν είμαστε γαλουχημένοι να πιστεύουμε ότι πρέπει να είναι αληθές ότι βλέπουμε στη Τηλεόραση ή σε μια Εφημερίδα; Δεν βασίζονται πάνω στα παραπάνω οι διαφημίσεις; Οι διαφημίσεις δεν αποτελούν έναν πυλώνα των ελευθέρων αγορών; Δυστυχώς η απάντηση σε οποιαδήποτε από τις παραπάνω ερωτήσεις είναι θετική.
Πρέπει να καλωσορίζουμε λοιπόν την οικονομική κρίση στην Ελλάδα, διότι αυτό μας υποχρεώνει να σκεφτούμε τις αξίες της ζωής. Μας υποχρεώνει να δούμε ότι φέραμε το έθνος μας στο χείλος της οικονομικής κατάρρευσης επειδή ο καθένας από εμάς είναι ένας διεφθαρμένος επιχειρηματίας, ένας διεφθαρμένος δημόσιος υπάλληλος ή ένας διεφθαρμένος καταναλωτής. Ίσως να υποχρεωθούμε να επιστρέψουμε σε μια κονωνία όπου δεν μπορούσαμε να καταναλώσουμε ένα σωρό περιττά πράγματα, όπου μπορούσαμε να αφήσουμε ανοιχτές τις πόρτες μας και να είναι ευπρόσδεκτος οποιοσδήποτε στο σπίτι μας γιατί όλοι πλέον θα ζουν με τα άκρως απαραίτητα πράγματα, όπου ο πραγματικός πλούτος θα είναι η υγεία και η γνώση και όχι ένας μεγάλος αριθμός ηλεκτρονικών παιχνιδιών, αυτοκινήτων, τηλεοράσεων, υπολογιστών, και… κιλών ή χοληστερόλης.
Είναι η Ελλάδα το μόνο κράτος που ζει με πιστώσεις; Είναι μόνο οι έλληνες θύματα των πιστωτικών καρτών και των δανείων; Μόνο η Ελλάδα έχει διεφθαρμένους μηχανισμούς; Δυστυχώς η απάντηση σε αυτές τις ερωτήσεις είναι ανητική.
Χαιρετίζω λοιπόν την οικονομική κρίση στην Ελλάδα, διότι, για άλλη μια φορά, οι Έλληνες αναγκάζουν την ανθρωπότητα να συλλογισθεί τις πραγματικές αξίες της ζωής.
* Ο Γιώργος Ταχτσίδης, Μ.Α. επέστρεψε στην Ελλάδα τον Ιανουάριο του 2000 μετά από τις μεταπτυχιακές σπουδές του στις Διεθνείς Σχέσεις στο Πανεπιστήμιο Georgetown (Τζόρτσταουν) και αφού είχε συνεργαστεί με το γραφείο τύπου της Πρεσβείας της Ελλάδας στις Η.Π.Α (όπου παρακολουθούσε την κάλυψη θεμάτων πού ενδιαφέρουν την Ελλάδα στον τύπο των Η.Π.Α.), το Αμερικανο-Ελληνικό Ινστιτούτο (όπου ενημέρωνε μέλη του κονγκρέσου για την άποψη των ομογενών Αμερικανών πολιτών για τρέχοντα νομοσχέδια που τους ενδιέφεραν), τη Διεθνή Τράπεζα (όπου συνεργαζόταν με στελέχη της τράπεζας για να διαφόσουν την οικονομική πολιτική της τράπεζας), και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (όπου εξέταζε τις εξελίξεις στη νομισματική εξέλιξη στην ανατολική Ευρώπη).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου